Συχνά οι αριστεροί μας αποδίδουν στα λόγια, που φαίνεται να τα αγαπούν περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, μαγικές ιδιότητες. Ξεχνούν όμως ότι η πολιτική πραγματικότητα, η «συγκυρία» ας πούμε, αναδεικνύει τα ζητήματα με έναν συγκεκριμένο τρόπο, που αυτός χρωματίζει τις δικές μας διατυπώσεις και όχι το αντίθετο.
Το ζήτημα των ημερών είναι η Συμφωνία των Πρεσπών, μια συμφωνία που κάθε αντι-ιμπεριαλιστής/ρια θα έπρεπε να απορρίπτει, βλέποντάς την ως επιστέγασμα της επιθετικής πολιτικής του ελληνικού κράτους απέναντι στη Δημοκρατία της Μακεδονίας (έχουμε γράψει και παλιότερα σχετικά μ’αυτό). Απέναντι σ’αυτή τη συμφωνία έχουμε αριστερούς που λένε ΝΑΙ και αριστερούς που λένε ΟΧΙ. Οι μεν ισχυρίζονται ότι το ΝΑΙ τους έχει να κάνει με τα στοιχεία συμφιλίωσης και αλληλεγγύης που βλέπουν μέσα στη συμφωνία και όχι με το πλήρες πακέτο της, οι δε μάς λένε ότι το ΟΧΙ τους είναι ένα ΟΧΙ ενάντια στον Ιμπεριαλισμό (κάπου στο γαλαξία της Ανδρομέδας, ίσως, μιας και ελληνικός ιμπεριαλισμός δεν κατονομάζεται πουθενά). Άποψή μου είναι ότι οι προσδιορισμοί αυτοί είναι χωρίς πρακτική σημασία. Απέναντι στη Συμφωνία των Πρεσπών ή είναι κανείς με το ΝΑΙ, μαζί με όλους εκείνους που είναι με το ΝΑΙ, ή είναι με το ΟΧΙ, μαζί με όλους εκείνους που είναι με το ΟΧΙ.
Σημαίνουν τα παραπάνω μήπως ότι όταν η πραγματικότητα μάς θέτει τέτοια δίπολα δεν μπορούμε να τοποθετηθούμε; ότι είμαστε καταδικασμένοι να επιλέξουμε μεταξύ δύο κακών;
Γνώμη μου είναι πως το αντίθετο του ιμπεριαλιστικού ΝΑΙ δεν μπορεί να είναι το «διεθνιστικό» ΟΧΙ (δε νομίζω ότι υπάρχει τέτοιο πράγμα), μα η άρνηση της δυνατότητας του ελληνικού κράτους να απαιτεί οποιαδήποτε συμφωνία. Με λίγα λόγια, η απάντηση στο δίπολο ΝΑΙ/ΟΧΙ είναι η αναγνώριση του δικαιώματος του γειτονικού κράτους να έχει όποιο όνομα, όποιον προσδιορισμό, θεωρεί ο λαός του ότι του πρέπει. Χωρίς αυτό, οποιοσδήποτε προσδιορισμός (διεθνιστικό, αντι-ιμπεριαλιστικό κλπ) θα είναι απλά μια γελοία κόκκινη γαρνιτούρα στο μεγαλοιδεατισμό (γιατί δεν είναι τίποτα άλλο η αποδοχή του δικαιώματος του ελληνικού κράτους να έχει λόγο στον προσδιορισμό ενός γειτονικού λαού). Μόνο αυτή η στάση δημιουργεί έδαφος για την αποκάλυψη του ρόλου του ελληνικού κράτους στα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο, μόνο αυτή ανοίγει δρόμους διεθνιστικής αλληλεγγύης (πιο αναλυτικά, εδώ).
Μπορεί η συζήτηση αυτή να αφορά σε μια αριστερά που βρίσκεται σε ιδεολογικό και υλικό (το πρώτο δεν υπάρχει χωρίς το δεύτερο, παρά μόνο ως κατάλοιπο) εναγκαλισμό με το κράτος; Προφανώς όχι. Άρα, γράφοντας αυτό το μικρό σημείωμα, πραγματικά δεν ξέρω ποιος μπορεί να είναι ο φυσικός του αποδέκτης. Ας μείνουμε εδώ.
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.